Δοκίμιο που δημοσιεύτηκε σε ανθολογία κειμένων με αφορμή τα δέκα χρόνια από το θάνατο του Peter Kropotkin το 1931 και αναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Black Flag 2. Η Marie Goldsmith (1862-1933) ήταν βιολόγος, αναρχική και συνεργάτιδα του Kropotkin.




Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας

 δημοσιεύθηκε την 28 Μαρτίου, 2024






Ήταν η ανάπτυξη της θεωρίας του αναρχικού κομμουνισμού που ο Kropotkin πίστευε πως είναι η βασική του συνεισφορά στη θεωρία του αναρχισμού. Πράγματι, ποια ήταν το οικονομικό ιδανικό του αναρχικού κινήματος πριν ο Kropotkin δημοσιεύσει μια σειρά από τα διάσημα άρθρα του στην εφημερίδα Le Révolté το 1879, άρθρα που τελικά αποτέλεσαν το βιβλίο του Λόγια ενός Επαναστατημένου; Πράγματι, ποιο ήταν το οικονομικό δόγμα του αναρχικού κινήματος πριν ο Kropotkin δημοσιεύσει μια σειρά από τα διάσημα άρθρα του στην εφημερίδα Le Révolté το 1879, άρθρα που τελικά αποτέλεσαν το βιβλίο του Λόγια ενός Επαναστατημένου;

Μετά την δημιουργία της Διεθνούς, τα σοσιαλιστικά δόγματα αναπτύχθηκαν σύμφωνα με δυο γραμμές: το κρατικό κομμουνισμό και τον προντουνισμό. Οι κομμουνιστές επιδίωξαν την συγκέντρωση οικονομικής εξουσίας στα χέρια του κράτους και να δομήσουν την κοινωνική ζωή σε στρατιωτικά πρότυπα: αυστηρή πειθαρχία, «αποσπάσματα» και «εργατικούς στρατούς», αναγκαστική συλλογική κατανάλωση σε ένα περιβάλλον σαν στρατώνα, κλπ. Ο κομμουνισμός του Louis Blanc και του Cabet ήταν ακριβώς αυτού του είδους «πολεμικός κομμουνισμός»· μπορεί να διακήρυσσε την αρχή «στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του», αλλά οι πραγματικές ανάγκες έπρεπε να καθοριστούν από τα πάνω, μέσω ενός είδους συστήματος «ανακατανομής».

Μια κοινωνική ιδέα σαν αυτή δεν μπορεί, φυσικά, να ικανοποιήσει ελεύθερα πνεύματα, και ο Proudhon πρότεινε μια οργάνωση εντελώς διαφορετικού, αντίθετου τύπου. Βάσισε την οικονομία του μέλλοντος πάνω στην ιδέα της ισότητας και της αμοιβαιότητας: η παραγωγή και η ανταλλαγή βασίζονταν στις συνεργατικές αρχές με μέλη της κοινωνίας να ανταλλάσσουν υπηρεσίες και προϊόντα σε ίση αξία. Τα προνόμια του κεφαλαίου έτσι εξαφανίζονται, αλλά η ιδιωτική ιδιοκτησία – αν και ιδιοκτησία αποκλειστικά χρησιμοποιούμενη ενεργητικά από την εργατική τάξη – θα συνεχιστεί, και η έννοια της κοινοτικοποίησης δεν εισέρχεται σ’ αυτή την οργάνωση.

Όπως και πολύ καιρό πριν στα πρώτα χρόνια της Διεθνούς, και τα δυο ιδανικά απέτυχαν να ικανοποιήσουν τους προχωρημένους σοσιαλιστές και, στο Συνέδριο του 1867 και του 1868, υιοθετήθηκε η αρχή της δημόσιας (σε αντίθεση με τη κρατική) ιδιοκτησίας της γης και των εργαλείων της εργασίας. Τα χρόνια που ακολούθησαν, στο αποκορύφωμα της δραστηριότητας του Bakunin, η ιδέα αυτή αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο για να αποτελέσει, υπό το όνομα του κολεκτιβισμού, το οικονομικό πρόγραμμα του φεντεραλιστικού τμήματος της Διεθνούς. Το αρχικό νόημα της λέξεως «κολεκτιβισμός» υπέφερε αργότερα μια σειρά από μεταλλάξεις, την εποχή εκείνη όμως σήμαινε: δημόσια («συλλογική») ιδιοκτησία της γης και των μέσω παραγωγής μαζί με την οργάνωση διανομής μέσα σε κάθε αναρχική ομοσπονδιακή κοινότητα σύμφωνα με τις προτιμήσεις των μελών αυτής της κοινότητας.

Τα μέλη της Διεθνούς όρισαν τον «κολεκτιβισμό» ως μη κρατικό ομοσπονδιακό κομμουνισμό, παίρνοντας έτσι αποστάσεις από το κρατικό κομμουνισμό που κήρυτταν ο Babeuf, ο Louis Blanc, ο Cabet και ο Marx και οι οπαδοί τους. αυτό εννοούσε ο Bakunin όταν είπε σε ένα συνέδριο: «Δεν είμαι κομμουνιστής, είμαι κολεκτιβιστής». Όταν οι «κολεκτιβιστές» της Διεθνούς διακήρυξαν την αρχή: «στον καθένα το σύνολο της δουλειάς του», δεν εννοούσαν πως η εργασία θα αξιολογούνταν και αμείβονταν από κάποιον· εννοούσαν απλά πως δεν θα ήταν θύματα εκμετάλλευσης και πως όλα τα προϊόντα της εργασίας θα χρησιμοποιούνταν για το όφελος των εργατών. Το πως θα διανέμονταν αυτά τα προϊόντα ήταν ανοιχτό θέμα, και ήταν ζήτημα κάθε κοινότητας.

Καθώς όμως η εξέλιξη των ιδεών προχώρησε, ο κολεκτιβισμός με τη μορφή αυτή έγινε μη ικανοποιητικός, και η σκέψη των μελών της Διεθνούς άρχισαν να αναζητούν μια οριστική απάντηση στο ανοιχτό ερώτημα, μια απάντηση που θα ήταν συμβατή με την αρχή της απουσίας μιας εξαναγκαστικής αρχής, της κρατικής εξουσίας στην κοινωνία. Μια ιδέα που προτάθηκε ήταν πως το μόνο πράγμα που θα μπορούσε να κατευθύνει την διανομή ήταν οι ανάγκες του καθενός και πως η ακριβής αξιολόγηση της εργασίας κάθε εργάτη ήταν ένα αδύνατο πράγμα. Το 1876, η Ιταλική Ομοσπονδία της Διεθνούς μίλησε υπέρ του «αναρχικού κομμουνισμού» στο συνέδριο της στη Φλωρεντία, και τέσσερα χρόνια αργότερα, η Ομοσπονδία της Ιούρα, η πιο σημαντική, κατέληξε στην ίδια απόφαση, στο συνέδριο αυτό, ο παλιός «κολεκτιβισμός» που διακήρυττε μόνο την κοινοτικοποίηση της γης και των εργαλείων της εργασίας συνάντησε τη νέα ιδέα του αναρχικού κομμουνισμού, υποστηριζόμενη από τον Kropotkin, τον Reclus και τον Cafiero, ως την μόνη συμβατή ιδέα με ένα ακρατικό σύστημα.

Η νέα ιδέα θριάμβευσε, και από τότε ο κομμουνισμός μπήκε στην αναρχική κοσμοθεωρία ως αναπόσπαστο κομμάτι της, τουλάχιστον στα μάτια των περισσότερων αναρχικών. Η αναγνώριση για την ανάπτυξη αυτής της ιδέας στη βάση δεδομένων αντλημένων και από την επιστήμη και από την πρακτική ζωή πρέπει να πάει στον Kropotkin. Είναι χάρη σ’ αυτόν που ο αναρχισμός κατέχει αυτή την καθοδηγητική οικονομική αρχή.

Ο κομμουνισμός του Kropotkin πηγάζει από δυο πηγές: από την μια, τη μελέτη των οικονομικών φαινομένων και την ιστορική τους εξέλιξη, και από την άλλη, το κοινωνικό ιδανικό της ισότητας και της ελευθερίας. Η αντικειμενική του επιστημονική έρευνα και η παθιασμένη του έρευνα για μια κοινωνική οργάνωση στην οποία η μέγιστη δικαιοσύνη μπορεί να ενσαρκωθεί διαρκώς τον οδήγησε στην ίδια λύση: τον αναρχικό κομμουνισμό.

Για αιώνες, βήμα-βήμα, με το κόπο αναρίθμητων γενιών, με την κατάκτηση της φύσης, με την ανάπτυξη παραγωγικών δυνάμεων, με την βελτίωση της τεχνολογίας, η ανθρωπότητα συγκέντρωσε τεράστιο πλούτο στα γόνιμα χωράφια, στα έγκατα της γης, στις λαμπερές πόλεις. Αναρίθμητες τεχνικές βελτιώσεις έκαναν εφικτή την διευκόλυνση και μείωση του ανθρώπινου κόπου· οι ευρύτερες ανθρώπινες ανάγκες μπορούν να ικανοποιηθούν σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό. Και είναι μόνο επειδή ένας μικρός αριθμός ανθρώπων έχουν αρπάξει όλα όσα χρειάζονται για να δημιουργηθεί αυτός ο πλούτος – γη, μηχανές, μέσα επικοινωνίας, εκπαίδευση, πολιτισμός κλπ. – που αυτές οι δυνατότητες παραμένουν δυνατότητες δίχως να μεταφραστούν ποτέ σε πραγματικότητα.

Ολόκληρη η βιομηχανία μας, λέει ο Kropotkin, ολόκληρη η παραγωγή μας, έχει πάρει λάθος πορεία: αντί να εξυπηρετεί τις ανάγκες της κοινωνία, καθοδηγείται αποκλειστικά από τα συμφέροντα του κέρδους. Για αυτό υπάρχουν οι βιομηχανικές κρίσεις, ο ανταγωνισμός, και η διαμάχη για την αγορά με τους αναπόφευκτους συνοδούς τους – διαρκείς πολέμους. Το μονοπώλιο μιας μικρής μειονότητας εκτείνεται όχι μόνο σε υλικά αγαθά, αλλά και στα κέρδη της κουλτούρας και της εκπαίδευσης· η οικονομική σκλαβιά της συντριπτικής πλειοψηφίας κάνει την πραγματική ισότητα και την πραγματική ελευθερία αδύνατη, εμποδίζει τους ανθρώπους από το να αναπτύξουν κοινωνικά αισθήματα και, καθώς ολόκληρος αυτός ο τρόπος ζωής βασίζεται σε ψέματα, χαμηλώνει τα ηθικά τους σταθμά.

Προσαρμοσμένη σε αυτή την ανώμαλη κατάσταση, η σύγχρονη πολιτική οικονομία – από τον Adam Smith ως τον Karl Marx – ακολουθεί, στο σύνολο της, ένα λάθος μονοπάτι: ξεκινά με την παραγωγή (συσσώρευση του κεφαλαίου, ρόλο των μηχανών, διαίρεση της εργασίας, κλπ.) και μόνο τότε προχωρά στην κατανάλωση, δηλαδή, στην ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών· ενώ, αν ήταν αυτό που θα έπρεπε, δηλαδή, η φυσιολογία της ανθρώπινης κοινωνίας, θα «μελετούσε τις ανάγκες της ανθρωπότητας, και τα μέσα της ικανοποίησης τους με την ελάχιστη δυνατή σπατάλη ανθρώπινης ενέργειας». Πρέπει να έχει κανείς διαρκώς στο νου του πως «ο στόχος κάθε παραγωγής είναι η ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών».

Το να λησμονήσουμε αυτή την αλήθεια οδηγεί σε μια κατάσταση που δεν μπορεί να διαρκέσει:

«Υπό το φόβο του θανάτου που ήδη έχει πέσει σε πολλά κράτη στην αρχαιότητα, οι ανθρώπινες κοινωνίες είναι αναγκασμένες να επιστρέψουν στις πρώτες αρχές: τα μέσα της παραγωγής όντας η συλλογική εργασία της ανθρωπότητας, πρέπει να είναι η συλλογική ιδιοκτησία του είδους. Η ατομική οικειοποίηση δεν είναι ούτε δίκαιη ούτε και βιώσιμη. Όλα τα πράγματα είναι για όλους τους ανθρώπους, καθώς όλοι οι άνθρωποι τα έχουν ανάγκη, γιατί όλοι οι άνθρωποι έχουν δουλέψει στο μέτρο των δυνάμεων τους για την παραγωγή τους, και καθώς δεν είναι δυνατό να υπολογίσουμε το ρόλο κάθε ατόμου στην παραγωγή του πλούτου του κόσμου… Ναι, όλα είναι για όλους! Αν ο άνδρας και η γυναίκα έκαναν το δικό τους κομμάτι της δουλειάς, έχουν δικαίωμα στο δικό τους μερίδιο σε ότι παράγεται από όλους, και το μερίδιο αυτό είναι αρκετό για να εξασφαλίσει την ευημερία».

Σ’ αυτό το συνολικό άθροισμα του κοινωνικού πλούτου, ο Kropotkin δεν βλέπει κάποιο τρόπο για να διακρίνουμε μεταξύ των εργαλείων της παραγωγής και των προϊόντων, μια διάκριση που χαρακτηρίζει τις σοσιαλιστικές σχολές του σοσιαλδημοκρατικού τύπου. Πως μπορούν να ξεχωρίσουν τα πρώτα από τα δεύτερα, ιδιαίτερα σε μια πολιτισμένη κοινωνία;

«Δεν είμαστε άγριοι που μπορούν να ζήσουν στα δάση, δίχως άλλο καταφύγιο πέρα από τα κλαδιά…. Για τον εργάτη, ένα δωμάτιο, με επαρκή θέρμανση και φωτισμό, είναι το ίδιο εργαλείο παραγωγής όσο το εργαλείο ή η μηχανή. Είναι το σημείο όπου τα νεύρα και οι τένοντες συγκεντρώνουν δύναμη για την εργασία του αύριο. Η ανάπαυση του εργάτη είναι η καθημερινή επισκευή της μηχανής. Το ίδιο επιχείρημα ισχύει ακόμη εμφανέστερα στο φαγητό. Οι αποκαλούμενοι οικονομολόγοι για τους οποίους μιλάμε, δύσκολα θα αρνούνταν πως το κάρβουνο που καίγεται σε μια μηχανή είναι εξίσου αναγκαίο στη παραγωγή με το ακατέργαστο βαμβάκι ή το σιδηρομετάλλευμα. Πως λοιπόν μπορεί η τροφή, δίχως την οποία η ανθρώπινη μηχανή είναι ανίκανη για την παραμικρή προσπάθεια, να αποκλειστεί από τη λίστα των πραγμάτων αναντικατάστατων για την παραγωγή;».

Το ίδιο ισχύει και για τα ρούχα και για όλα τα άλλα.

Η διάκριση μεταξύ εργαλείων παραγωγής και αγαθών, τεχνητά δημιουργημένη από οικονομολόγους, όχι μόνο δεν αντέχει σε λογική κριτική, αλλά επίσης δεν μπορεί να μπει σε πρακτική. «Στην κοινωνία μας τα πάντα είναι τόσο στενά συνδεμένα μεταξύ τος που είναι αδύνατο να αγγίξεις τον ένα κλάδο της παραγωγής δίχως να επηρεάσεις όλους τους άλλους».

Τη στιγμή της μεταμόρφωσης της καπιταλιστικής τάξης σε μια σοσιαλιστική οργάνωση, η ανάκτηση πρέπει να αφορά τα πάντα· τα ημίμετρα μπορούν μόνο να προκαλέσουν μια τεράστια αναταραχή σε μια κοινωνία αναστατώνοντας τις ρουτίνες της και θα οδηγήσει σε γενική δυσαρέσκεια. Κάποιος δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αποσπάσει τα μεγάλα κτήματα και να τα παραδώσει στους χωρικούς, ενώ αφήνει την ιδιοκτησία των εργοστασίων στους καπιταλιστές· δεν μπορεί κάποιος να παραδώσει τα εργοστάσια στους εργάτες, ενώ αφήνει το εμπόριο, τις τράπεζες, το χρηματιστήριο με τη σημερινή τους μορφή. «Είναι αδύνατο για την κοινωνία να οργανωθεί ακολουθώντας δυο αντίθετες αρχές: από την μια, να κάνει κοινή ιδιοκτησία όλων όσα έχουν παραχθεί μέχρι σήμερα, και από την άλλη, να κρατήσει αυστηρά ως ιδιωτική ιδιοκτησία αυτό που θα παραχθεί από το άτομο με δημόσια εργαλεία και προμηθειών…». Ο Kropotkin καταδικάζει έντονα κάθε εργασιακή αμοιβή, κάθε αγορά και πώληση.

Είναι αδύνατο να αμείψουμε τον καθένα για τη δουλειά του ή της, δίχως να εκμεταλλευτούμε τη δουλειά του και να παραβιάσουμε τη δικαιοσύνη. Όλα τα σοσιαλιστικά κινήματα θέτουν την αμοιβή σε αναλογία με την εργασία (είτε σε μετρητά, είτε σε επιταγή ή σε είδος) κάνοντας έτσι μια σημαντική υποχώρηση στο πνεύμα της καπιταλιστικής κοινωνίας. Σε πρώτη ματιά, αυτό φαίνεται να είναι παράδοξο. «Στην πραγματικότητα», γράφει ο Kropotkin στη κριτική του για το σύστημα της μισθωτής εργασίας, «σε μια κοινωνία σαν τη δική μας, στην οποία όσο περισσότερο εργάζονται οι άνθρωποι τόσο λιγότερο αμείβονται, αυτή η αρχή, με μια πρώτη ματιά, μπορεί να μοιάζει σαν επιθυμία για δικαιοσύνη. Πραγματικά όμως είναι απλά η διαιώνιση της προηγούμενης αδικίας».

«Ήταν χάρη σε αυτή την αρχή που ξεκίνησε η μισθωτή εργασία – «στο καθένα σύμφωνα με έργα του» – για να τελειώσει τις καταφανείς ανισότητες και όλα τα αίσχη της σημερινής κοινωνία. Από την ίδια τη μέρα που η εργασία αποτιμήθηκε σε νόμισμα, ή σε όποια άλλη μορφή μισθού, από την ίδια τη μέρα που συμφωνήθηκε πως οι εργάτες θα έπαιρναν μόνο το μισθό που μπορούσαν να εξασφαλίσουν οι ίδιοι· ήταν σαν να είχε γραφτεί το σύνολο της ιστορίας της Κρατικά υποβοηθούμενης Καπιταλιστικής Κοινωνίας…

«Υπηρεσίες προσφερόμενες στην κοινωνία, είτε είναι στο εργοστάσιο, ή στα χωράφια, ή πνευματικές εργασίες, δεν μπορούν να αποτιμηθούν σε χρήματα. Δεν μπορεί να υπάρξει ακριβές μέτρο της αξίας (αυτού που εσφαλμένα έχει οριστεί ως ανταλλακτική αξία), ούτε χρηστικής αξίας, αναφορικά με την παραγωγή…. Μπορούμε σε γενικές γραμμές να πούμε πως ο εργάτης που στη διάρκεια της ζωής του έχει στερηθεί την ανάπαυση για δέκα ώρες την ημέρα έχει προσφέρει πολύ περισσότερα στην κοινωνία από εκείνον που τη στερήθηκε για πέντε ή από εκείνον που δεν τη στερήθηκε καθόλου. Δεν μπορούμε όμως να αυτό που έκανε ο εργάτης που δούλεψε για δύο ώρες και να πούμε πως το προϊόν αξίζει δυο φορές  όσο το προϊόν ενός άλλου ατόμου, δουλεύοντας μόνο μια ώρα, και να αμείψουμε τον εργάτη ανάλογα. Θα αγνοούσε όλα όσα είναι περίπλοκα στη βιομηχανία, στη γεωργία, σε ολόκληρη της ζωή της σύγχρονης κοινωνίας· θα αγνοούσε σε ποιο βαθμό κάθε ατομική εργασία είναι το αποτέλεσμα της περασμένης και της σημερινής εργασίας της κοινωνίας συνολικά. Θα σήμαινε πως πιστεύουμε πως ζούμε στη Λίθινη Εποχή, ενώ ζούμε σε μια εποχή του χάλυβα».

Ο Kropotkin, έτσι, δεν αναγνωρίζει κάποια πραγματική βάση πίσω από την εργασιακή θεωρία της αξίας, που παίζει, όπως ξέρουμε, τον πιο βασικό ρόλο στη μαρξιστική οικονομολογία. Παρόμοια, δεν αναγνωρίζει την διάκριση μεταξύ ανειδίκευτης και ειδικευμένης εργασίας την οποία στηρίζουν κάποιες σοσιαλιστικές σχολές σκέψης. Στη βάση της θεωρίας της αξίας του Ricardo και του Marx, προσπαθούν να δικαιολογήσουν αυτή τη διάκριση επιστημονικά με το να υποστηρίζουν πως κοστίζει περισσότερο στη κοινωνία να εκπαιδεύσει έναν τεχνικό από ότι να εκπαιδεύσει ένα απλό εργάτη, πως το «κόστος παραγωγής» του πρώτου είναι μεγαλύτερο. Ο Kropotkin πιστεύει πως η κολοσσιαία ανισότητα που υπάρχει υπό αυτή την έννοια στη σύγχρονη κοινωνία δεν δημιουργείται από το «κόστος παραγωγής», αλλά από το υπάρχον μονοπώλιο στη γνώση: η γνώση αποτελεί ένα είδος κεφαλαίου, που είναι πιο εύκολα εκμεταλλεύσιμο επειδή η υψηλή αμοιβή για τους εξειδικευμένους εργάτες είναι συχνά απλά ζήτημα κέρδους που υπολογίζεται από τον επιχειρηματία. Ο Kropotkin πιστεύει πως η διατήρηση αυτών των διακρίσεων σε μια σοσιαλιστική κοινωνία – ακόμη και αν ήταν σημαντικά αμβλυμμένες – είναι εξαιρετικά επιζήμιο, επειδή θα σήμαινε «η Επανάσταση επικυρώνει και αναγνωρίζει ως αρχή ένα βάναυσο γεγονός στο οποίο υποτασσόμαστε σήμερα, αλλά που παρόλα αυτά το βρίσκουμε άδικο».

Γενικά, η αρχή της αποτίμησης και της αμοιβής της εργασίας πρέπει να εγκαταλειφθεί μια για πάντα. Αν η κοινωνική επανάσταση δεν το κάνει αυτό, λέει ο Kropotkin, θα είναι εμπόδιο στην περεταίρω ανάπτυξη της ανθρωπότητας και θα διατηρήσει το άλυτο πρόβλημα που κληρονομήσαμε από το παρελθόν. «’Τα έργα του καθενός!’ Η ανθρώπινη κοινωνία όμως δεν θα υπήρχε για περισσότερο από δυο γενιές αν ο καθένας δεν έδινε απείρως περισσότερα από όσα πληρώνονταν… αν οι εργάτες δεν είχαν δώσει, τουλάχιστον μερικές φορές, δίχως να απαιτούν μια ανάλογη αμοιβή, αν οι εργάτες δεν είχαν δώσει ακριβώς σε εκείνους από τους οποίους δεν περιμένουν ανταμοιβή».

«Αν η μεσαία τάξη αποσυντίθεται, αν έχουμε μπει σε ένα αδιέξοδο από το οποίο δεν μπορούμε να βγούμε δίχως να ρίξουμε παλιούς θεσμούς με τη φωτιά και το τσεκούρι, είναι ακριβώς επειδή έχουμε υπολογίσει πάρα πολύ· επειδή έχουμε επιτρέψει στους εαυτούς μας να δίνουν μόνο για να λάβουν, επειδή στοχεύαμε στο να μετατρέψουμε την κοινωνία σε μια εμπορική εταιρεία βασισμένη σε χρεώσεις και πιστώσεις».

Και έτσι, ο Kropotkin ζητά το θάρρος της σκέψης, το θάρρος της δημιουργίας ενός νέου κόσμου σε νέες βάσεις, και για το σκοπό αυτό, είναι πρώτα από όλα αναγκαίο να «θέσουμε τις ανάγκες των ανθρώπων πάνω από τα έργα τους», είναι αναγκαίο να «αναγνωρίσουμε και να δηλώσουμε δυνατά, πως ο καθένας, όποια και αν είναι η θέση του στη παλιά κοινωνία, όσο δυνατός ή αδύναμος, ικανός ή ανίκανος, έχει πριν από όλα, το δικαίωμα να ζήσει, και πως η κοινωνία οφείλει να μοιράσει μεταξύ όλων τα μέσα για ύπαρξη που διαθέτει».

«Ας μην βάλουμε όριο σε εκείνα που η κοινότητα διαθέτει σε αφθονία, αλλά ίσο διαμοιρασμό και καταμερισμό για εκείνα τα αγαθά που είναι σπάνια ή έχουν την τάση να εξαντλούνται». Αλλά με τι θα καθοδηγούμαστε όταν εφαρμόσουμε αυτούς τους αναγκαίους περιορισμούς; Ποιος θα πρέπει να τους υποστεί; Δεν χρειάζεται να αναφερθεί πως ο Kropotkin δεν μπορεί να δεχτεί την ύπαρξη διαφορετικών κατηγοριών πολιτών με βάση την αξία τους – οικονομική ή πολιτική – στην κοινωνία, ούτε μπορεί να δεχτεί οποιαδήποτε σημασία υπό αυτή την άποψη του τωρινού τους επαγγέλματος ή της παλιάς κοινωνικής τους θέσης.

Το μέτρο του είναι πιο απλό και πιο ανθρώπινο· είναι το μόνο ανθρώπινο μέτρο: τα προνόμια αποδίδονται σε εκείνους που το βρίσκουν πιο δύσκολο να αντέξουν τη στέρηση – τους αδύναμους και τους άρρωστους, τα παιδιά και τους ηλικιωμένους. Αυτό είναι τόσο φυσικό, τόσο κατανοητό που ο καθένας, πάνω σ’ αυτή τη βάση, είναι εύκολο να έρθει σε αμοιβαία συμφωνία δίχως κάποια σύγκρουση ή εξαναγκασμό.

Για αυτό στη καρδιά του νέου κόσμου, υπάρχει η εθελοντική εργασία και το δικαίωμα όλων να ζήσουν. Αυτό δημιουργεί αμέσως μια σειρά από ερωτήματα. Δεν θα ήταν μια τέτοια κομμουνιστική κοινωνία μια κοινωνία πεινασμένων, φτωχών ανθρώπων; Δεν θα έπεφτε η εργατική παραγωγικότητα με την απουσία του κινήτρου της πείνας; Ο Kropotkin, αντίθετα, δείχνει, μια σειρά από παραδείγματα για το πόσο ανεβαίνει η παραγωγικότητα της ανθρώπινης εργασίας όταν η εργασία γίνεται τουλάχιστον συγκριτικά ελεύθερη: μετά την κατάργηση των φεουδαρχικών δικαιωμάτων το 1792 στη Γαλλία, όταν η δουλεία των Μαύρων στην Αμερική, και μετά την καταστροφή της δουλοπαροικίας στη Ρωσία.

Και – σε μικρότερη κλίμακα – όλα τα παραδείγματα της συλλογικής ελεύθερης εργασίας (στα ρωσικά, ελβετικά και γερμανικά χωριά, στις κοινότητες των Μενονιτών, κλπ, κλπ) – που δείχνουν τέτοια παραγωγικότητα, τέτοια αύξηση στην ενέργεια των εργατών, που καμιά επιχείρηση που χρησιμοποιεί έμμισθη εργασία μπορεί να συναγωνιστεί.

«Η έμμισθη εργασία είναι δουλική εργασία, που δεν μπορεί και δεν υποτίθεται πως παράγει όλα όσα είναι ικανή. Είναι καιρός να βάλουμε τέρμα σ’ αυτή την ιστορία των μισθών ως το καλύτερο μέσο απόκτησης παραγωγικής δύναμης. Αν τα αποτελέσματα της σημερινής βιομηχανίας είναι εκατό φορές μεγαλύτερα από ότι έκανε την εποχή των προγόνων μας, το οφείλουμε στην ταχεία ανάπτυξη της φυσικής και της χημείας στα τέλη του προηγούμενου αιώνα· αυτό έγινε όχι χάρη στο καπιταλιστικό σύστημα της έμμισθης εργασίας, αλλά παρά αυτό.

Είναι η ελευθερία που είναι ικανή να αυξήσει την εργατική παραγωγικότητα, ενώ όλα τα άλλα μέτρα, όλες οι πιέσεις από τα πάνω, είτε με τη μορφή πειθαρχικών μέτρων, είτε είναι με τη μορφή αμοιβής με το κομμάτι, έχουν όλα το αντίθετο αποτέλεσμα. Είναι κατάλοιπα δουλείας και δουλοπαροικίας, όταν οι Ρώσοι γαιοκτήμονες συνήθιζαν να λένε μεταξύ τους πως οι χωρικοί ήταν τεμπέληδες που δεν θα δούλευαν τη γη αν δεν τους έλεγχαν.

Και δεν βλέπουμε τώρα στη Ρωσία μια θαυμάσια επιβεβαίωση των λόγων του Kropotkin: η εργατική παραγωγή πέφτει, η χώρα υποχωρεί προς τη φτώχια, ενώ τα πειθαρχικά μέτρα αυξάνονται διαρκώς, μετατρέποντας τη χώρα σε στρατώνες και τους εργάτες σε κινητοποιημένους στρατιώτες;

Μετά υπάρχει ακόμα ένα ερώτημα: ας υποθέσουμε πως ο κομμουνισμός είναι σε θέση να εξασφαλίσει την ευημερία και ακόμη και το πλούτο στη κοινωνία, δεν θα σκοτώσει όμως τη προσωπική ελευθερία; Ο κρατικός κομμουνισμός θα το κάνει, απαντά ο Kropotkin, αλλά όχι ο αναρχικός κομμουνισμός.

«Ο κομμουνισμός, ως οικονομικό σύστημα, μπορεί να πάρει όλες τις μορφές, από απόλυτη προσωπική ελευθερία ως την απόλυτη υποδούλωση όλων». Κάθε άλλη όμως οικονομική μορφή είναι χειρότερη από αυτή την άποψη, επειδή αναπόφευκτα απαιτεί την ύπαρξη εξαναγκαστικής εξουσίας: όπου η έμμισθη εργασία και η ιδιωτική ιδιοκτησία διατηρούνται, κάποιοι άνθρωποι είναι γίνονται εξαρτώμενοι σε άλλους και τα προνόμια που δημιουργήθηκαν πρέπει να προστατεύονται με τη βία από πιθανές εισβολές από το αδικημένο κομμάτι της κοινωνίας. Όχι μόνο δεν είναι ο κομμουνισμός σε σύγκρουση με τη προσωπική ελευθερία, αλλά, το αντίθετο, «δίχως κομμουνισμό ο άνθρωπος δεν θα πετύχει την πλήρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του, που είναι ίσως η πιο ισχυρή επιθυμία κάθε σκεπτόμενου όντος».

«Ο κομμουνισμός, τουλάχιστον σε σχέση με τις ανάγκες της ζωής, αποτελεί τη λύση στην οποία κατευθύνονται οι σύγχρονες κοινωνίες, και σε μια πολιτισμένη κοινωνία, η μόνη δυνατή μορφή κομμουνισμού είναι εκείνη που προτείνεται από τους αναρχικούς, δηλαδή, κομμουνισμός δίχως εξουσίες. Κάθε άλλο είδος κομμουνισμού είναι αδύνατο. Το έχουμε ξεπεράσει. Ο κομμουνισμός, στην ουσία του, προϋποθέτει την ισότητα όλων των μελών της κοινότητας και ως εκ τούτου αρνείται κάθε εξουσία. Από την άλλη, καμιά αναρχική κοινωνία ενός ορισμένου μεγέθους είναι αντιληπτό πως δεν θα ξεκινούσε με το να προσφέρει σε όλους τουλάχιστον ένα ορισμένο επίπεδο βιοτικών ανέσεων που αποκτούνται από όλους από κοινού. Έτσι, οι έννοιες του κομμουνισμού και του αναρχισμού υποχρεωτικά συμπληρώνουν το ένα το άλλο».

Οι ενστάσεις που διατυπώνονται ενάντια στο κομμουνισμό, μεταξύ άλλων, πάνω στη βάση της αποτυχίας που συνήθως εμφανίζεται πάνω σε διάφορες κομμουνιστικές κοινωνίες – θρησκευτικές κοινότητες ή σοσιαλιστικές αποικίες. Και οι δυο υποφέρουν από ελαττώματα που δεν έχουν σε τίποτα να κάνουν με το κομμουνισμό, και είναι από αυτά τα ελαττώματα που καταστρέφονται. Αρχικά, ο Kropotkin σημειώνει, είναι συνήθως πολύ μικρές και αποκομμένες· τα μέλη τους, υπό τη πίεση των πραγμάτων, ζουν μια τεχνητή ζωή σε μια πολύ περιορισμένη σφαίρα ενδιαφερόντων. Οι κοινότητες αυτές αποτραβιούνται από τη ζωή της υπόλοιπης ανθρωπότητας, από τους αγώνες της, από τη πρόοδο της.

Επιπλέον, απαιτούν διαρκώς την απόλυτη υποταγή των μελών της στη συλλογικότητα: η ζωή του καθενός ελέγχεται, δεν ανήκουν ποτέ στους ίδιους, όλος ο χρόνος τους απορροφάτε από τη κοινότητα. Για αυτό είναι που τουλάχιστον τα ελάχιστα ανεξάρτητα άτομα, συνήθως νέοι άνθρωποι, τρέχουν μακριά από τέτοιες κοινότητες. «Εκατομμύρια ανθρώπινα όντα απεχθάνονται τα φαλανστήρια. Είναι αλήθεια πως ακόμη και το πιο συνεσταλμένο άτομο αισθάνεται σίγουρα την ανάγκη να συναντήσει τους συναδέλφους του για το σκοπό της κοινής εργασίας, η οποία γίνεται πιο ελκυστική όσο περισσότερο το άτομο αισθάνεται πως είναι κομμάτι ενός απέραντου όλου. Δεν ισχύει όμως για τις ώρες της ανάπαυσης, κρατημένες για ξεκούραση και οικειότητα…. Μερικές φορές ένα φαλανστήριο είναι αναγκαιότητα, αλλά θα ήταν απαίσιο, αν ήταν ο γενικός κανόνας…. Όσο για σκέψεις οικονομίας, που είναι μερικές φορές έντονα υπέρ των φαλανστηρίων, είναι εκείνες του μικρέμπορα. Η πιο σημαντική οικονομία, η μόνη λογική, είναι να γίνει η ζωή ευχάριστη για όλους, επειδή το άτομο που ικανοποιείται με τη ζωή τους παράγει απείρως περισσότερα από το άτομο που καταριέται το περιβάλλον του».

Υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψιν από εκείνους που βλέπουν το στόχο της σοσιαλιστικής δομής στη «κοινωνικοποίηση της ζωής» και περιμένουν με ένα τέτοιο τρόπο να θεραπεύσουν τα κακά που δημιουργήθηκαν που χρησιμοποιώντας παρόμοιες μεθόδους ποτισμένες με πολεμικό πνεύμα.

Στην ουσία, ο Kropotkin σημειώνει, οι αντιρρήσεις προς τον αναρχικό κομμουνισμό που διατυπώνονται από άλλες σοσιαλιστικές σχολές δεν είναι ουσιαστικές: σχεδόν όλες αναγνωρίζουν το κομμουνισμό και τον αναρχισμό ως ιδανικά. Εν τέλει, οι μαρξιστές επίσης περιγράφουν την εξαφάνιση του κράτους μετά την εξαφάνιση των τάξεων ως μελλοντικό εγχείρημα. Ο αναρχικός κομμουνισμός απορρίπτεται συνήθως πάνω στη βάση της υποτιθέμενης ουτοπικής του φύσης. Η πλειοψηφία των σοσιαλιστών δεν βλέπουν την δυνατότητα μιας άμεσης μετάβασης από το καπιταλισμό στον αναρχικό κομμουνισμό και στοχεύουν το πρακτικό τους έργο όχι σ’ αυτόν, αλλά σε εκείνη τη μορφή οικονομικής ζωής που κατά τη γνώμη τους, θα υλοποιηθεί στη διάρκεια της αναπόφευκτης μεταβατικής περιόδου. Ο Kropotkin δεν επιδίωκε να αποδείξει πως ο αναρχικός κομμουνισμός θα εφαρμόζονταν αναγκαστικά στην απόλυτη μορφή του αμέσως, αλλά έθεσε το ζήτημα της μεταβατικής περιόδου διαφορετικά.

«Πρέπει όμως να θυμόμαστε, πως κάθε συζήτηση των μεταβάσεων που θα πρέπει να γίνουν στη πορεία προς το στόχο θα είναι απολύτως άχρηστη εκτός και αν βασίζεται στη μελέτη αυτών των κατευθύνσεων, εκείνων των στοιχειωδών μεταβατικών μορφών που ήδη εμφανίζονται». Και εδώ ο Kropotkin δείχνει πως αυτές οι κατευθύνσεις οδηγούν ακριβώς στο κομμουνισμό. Δεν μπορούμε να καταπιαστούμε εδώ με τα πολυάριθμα παραδείγματα και αποδείξεις για αυτό· για αυτό παραπέμπουμε τον αναγνώστη στο ίδιο το κείμενο.

Όμως, σε σχέση με αυτό, δεν βλάπτει να θυμηθούμε μια ακόμη έκφραση. Ξέρουμε όλοι πόσο συχνά αναφέρεται ο ακραίος οπτιμισμός του Kropotkin – με συγκαταβατικούς επαίνους από κάποιους («ιδεαλιστής, υπέροχος άνθρωπος!») και με αποσιώπηση από κάποιους άλλους. Πράγματι, συνήθως λένε, ένα τέτοιο κοινωνικό σύστημα δεν απαιτεί ένα σύγχρονο άτομο, αλλά ένα πολύ πιο προηγμένο ηθικά. Και βάζουν στην άκρη κάθε σκέψη για αυτό μέχρι τη στιγμή που οι άνθρωποι εξελιχθούν με κάποιον άγνωστο τρόπο. Ναι, φυσικά, ο Kropotkin πιστεύει στους ανθρώπους, ιδιαίτερα στην ικανότητα τους να αναπτύσσονται και σε αυτά τα αισθήματα κοινωνικότητας και αλληλεγγύης που είναι έμφυτα στη φύση τους· δεν είναι όμως αυτό το είδος κοινωνικότητας  ένα αναπόσπαστο χαρακτηριστικό όλων των προοδευτικών ανθρώπων, επαναστατών και μεταρρυθμιστών; Εν τέλει, το επιχείρημα πως οι άνθρωποι είναι ατελείς, πως οι άνθρωποι είναι «ανώριμοι», πως είναι άγριοι, αδαείς, κλπ., ήταν πάντοτε το πεδίο των συντηρητικών κάθε είδους, των υπερασπιστών της υπάρχουσας τάξης εναντίον κάθε προσπάθειας απελευθέρωσης.

Ωστόσο, οι προοδευτικοί άνθρωποι πάντοτε γνώριζαν πως το να αναθρέψεις τους ανθρώπους να είναι καλύτεροι, πιο προηγμένοι, πιο καλλιεργημένοι, πρώτα θα πρέπει να ανατραφούν σε καλύτερες συνθήκες διαβίωσης· πως η δουλεία δεν μπορεί ποτέ να σε διδάξει να είσαι ελεύθερος· και πως ένας πόλεμος όλων εναντίον όλων δεν μπορεί να γεννήσει ανθρώπινα αισθήματα.

Το ίδιο ισχύει εδώ: μόνο το αναρχικό σύστημα θα παράξει πραγματικούς αναρχικούς όπως ήταν ο Kropotkin, και μερικοί άλλοι σήμερα. Για αυτό είναι αναγκαίο να δουλέψουμε για αυτό, να σπρώξουμε προς αυτή τη κατεύθυνση δίχως να περιμένουμε να εμφανιστεί αυτό το είδος των ανθρώπων: οι άνθρωποι θα μεγαλώσουν όπως η ελευθερία και η ισότητα στους κοινωνικούς σχηματισμούς επεκτείνεται. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι οι σοσιαλιστές, ούτε οι άνθρωποι του μέλλοντος, που έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν πως οι μάζες είναι ατελείς και απροετοίμαστες.

Ο αναρχικός κομμουνισμός του Kropotkin υποστηρίζεται σήμερα από μια μεγάλη πλειοψηφία αναρχικών, αλλά όχι από όλους. Υπάρχουν ατομιστές αναρχικοί, κάποιοι από τους οποίους είναι υποστηρικτές της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, ενώ άλλοι ενδιαφέρονται ελάχιστα  για την μελλοντική κοινωνική οργάνωση, επικεντρώνοντας τη προσοχή τους στην εσωτερική ελευθερία ενός ατόμου σε κάθε κοινωνική διαμόρφωση· επίσης υπάρχουν προυντονιστές αναρχικοί. Το γεγονός όμως πως ο αναρχικός κομμουνισμός είναι δεκτός από όλους εκείνους που εμπλέκονται στο κοινωνικό αγώνα της εποχής μας, κυρίως στο εργατικό κίνημα, δεν είναι σύμπτωση ούτε και ζήτημα της προσωρινής επιτυχίας της μιας ιδέας ή της άλλης.

Μόνο ο κομμουνισμός προσφέρει το οδηγό ίχνος στην επίλυση μιας σειράς από ζητήματα της θετικής οικοδόμησης, επειδή αποτελεί την αναγκαία για να γίνει εφικτή μια ακρατική κοινωνία. Όλα τα άλλα αναρχικά κινήματα βασανίζονται από ανεπίλυτες εσωτερικές αντιφάσεις· μόνο ο αναρχικός κομμουνισμός ικανοποιεί και τις δυο απαιτήσεις της θεωρητικής συνάφειας και εκείνων που μπορούν να στηρίξουν τη δημιουργία πρακτικών προγραμμάτων.

από: https://geniusloci2017.wordpress.com